[του Dmitry Bespasadniy]
Οι δύο αμηχανίες
Γίνεται – προσωπικά τουλάχιστον – όλο και πιο αμήχανο να γράψω κάτι σοβαρό και προσωπικό στο fb. Κατά βάση το χρησιμοποιώ ως αυτό που είναι, μια μεγάλη διαφημιστική πλατφόρμα.
Γίνεται πιο δύσκολο να μιλήσει κανείς επίσης για το νόημα της 9ης Μάη όταν ο πόλεμος μαίνεται. Αλλά ας γράψω δυο λόγια αφού με αυτό πλέον ασχολούμαι.
Τι μπορεί να σημαίνει σήμερα η 9 Μάη;
Σε αντίθεση με τις ανιστόρητες αναλύσεις που πασάρουν από εδώ και από κει οι επαγγελματίες αντι-σοβιετολόγοι εντός και εκτός δικτύων, η παράδοση της ΕΣΣΔ έχει νόημα να μελετάται και έχει νόημα να γιορτάζεται. Αλλά έχει νόημα να γιορτάζεται όχι ως εξιδανίκευση αλλά ως αυτό που προσέφερε. Σε αυτό το πλαίσιο έχει νόημα να γιορτάζεται η νίκη επί των ναζί. Όμως εδώ πρέπει να τεθεί το ερώτημα: ποιά ιστορική δύναμη νίκησε επί των φασιστών;
Οι φασίστες ήταν ένα ιδιάζον μείγμα μοντερνισμού και οπιστοδρομικότητας, μελλοντολογίας και αρχαιολαγνίας, υπολογιστικότητας και παραλογισμού. Ήταν μια ενδιάμεση, συμβιβαστική τάση μεταξύ του κόσμου που χανόταν και της «λογικής» νεωτερικότητας. Αυτό το οποίο νίκησε επί των Ναζί ήταν οι σύμμαχοι, ως συναρμογή κρατών και ανθρώπων. Είναι ανούσιο να συζητάμε αν στη νεωτερικότητα νίκησαν τους ναζί τα κράτη μόνα τους, ή οι «λαοί» ή οι «προλετάριοι», όπως προσπαθούν κάποιοι αντικρατιστές φιλο-σοβιετικοί να εισάγουν σήμερα τον τεχνιτό διαχωρισμό. Και αυτό όχι μόνο για τους προφανείς κοινωνιολογικούς λόγους ότι οι στρατοί δεν ήταν ταξικά ομοιογενείς. Αλλά κυρίως γιατί σε εκείνη τη στιγμή της νεωτερικότητας η περιπλοκή λαού, πληθυσμού και κράτους υπήρξε αδιάσπαστη: κανένας σοβιετικος στρατιώτης δεν θα μπορούσε να νικήσει αν δεν είχε από πίσω τις σοβιετικές -κρατικές- βιομηχανίες, την αμερικανική – κρατική – τεχνολογική έρευνα και τα βρετανικά -κρατικά και αποικιακά – logistics.
Tους φασίστες τους νίκησαν τα αμιγώς νεωτερικά κράτη μαζί με τους αμιγώς νεωτερικούς λαούς τους. Η ενδιάμεση συμβιβαστική λύση μεταξύ νεωτερικότητας και παρελθόντος αντικαταστάθηκε από τις δύο μοναδικές βάσιμες εκδοχές της νεοτερικότητας ως θεσμικά/οικονομικά και πολιτισμικά μοντέλα, τους δύο μεγάλους μοντερνισμούς, στην αμερικανική και τη σοβιετικη κοινωνία, τις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ. Αυτό που νίκησε επί του φασιμού ήταν το νεωτερικό όνειρο, η νεωτερική ουτοπικότητα που θεωρούσε ότι μπορεί να βρεθέι χρυσή τομή μεταξύ ατόμου και κοινωνικής συλλογικότητας. Δύο εκδοχές λοιπόν υπήρξαν σε αυτό όνειρο. Οι ΉΠΑ θεώρησαν ότι αυτή η ισορροπία μπορεί να επιτευχθεί από την βέλτιστη οικονομική (καπιταλιστική) και θεσμική ελευθερία, το Αμερικανικό όνειρο της οικουμενικής εξατομικευμένης πρόσβασης σε μια συλλογική παραγωγή εμπορευμάτων. Η ΕΣΣΔ θεωρούσε ότι το κράτος ως συλλογικός φορέας (και ιδιοκτήτης των μέσων παραγωγής) έπρεπε να προστατεύει το άτομο, να ρυθμίζει και να αναδιανέμει την παραγωγή: η κάθε μια και ο καθένας έχει πρόσβαση στο κοινωνικό προϊόν μόνο και μόνο μέσω της ιδιότητας του πολίτη, κάτι που σήμαινει πρακτικά την απλή διαίρεση του συνολικού προϊόντος στον αριθμό του πληθυσμού. Και τα δύο συστήματα είχαν αδιανόητες ατέλειες για να φέρουν σε πέρας αυτή την αποστολή, αλλά θεωρούσαν ότι αυτές κατά κάποιο τρόπο αποζημιώνονται: από την ατομική ελευθερία ή την ατομική βεβαιότητα και ασφάλεια (δηλαδή μια άλλη μορφή ελευθερίας). Όμως ήταν οι μοναδικές χώρες, συμπλεύσεις κοινωνιών, υποδομών και κρατών που μέσα στους εσωτερικούς κοινωνικούς ανταγωνισμούς τους είχαν συλλογικά όνειρα: το αμερικανικό και το σοβιετικό όνειρο αντίστοιχα. Μόνο αυτά τα όνειρα υπήρξαν στον αναπτυγμένο κόσμο. Όλοι οι εσωτερικοί κοινωνικοί ανταγωνισμοί ήταν επί του εκάστοτε συλλογικού ονείρου, όχι ριζικά εκτός του.
Η ΕΣΣΔ και οι ΗΠΑ νίκησαν γιατί ήταν τα μοναδικά μεγάλα, νεωτερικά κράτη που μπορούσαν να εμπνεύσουν στον πληθυσμό τους το όνειρο μιας αξίας κοινωνικότητας: το θάρρος που απαιτούνταν για να πολεμήσεις και να σκοτωθείς σίγουρα στο Στάλινγκατν ήταν το ίδιο που απαιτούταν για να είσαι στην πρώτη γραμμή της απόβασης της Νορμανδίας γνωρίζοντας ότι ο -βέβαιος θάνατος- ήταν άξιος γιατί η άλλη πιθανότητα, να νικήσουν οι Ναζί, σήμαινε έναν κόσμο μη άξιο να βιώθεί για τους άλλους, πέρα από εσένα τον ίδιο. Αυτό είναι που δεν μπορούν να κάνουν ούτε οι σημερινές ΗΠΑ ως κράτος ούτε η Ρωσία. Η παλιά τους συνθήκη, και στις δύο χώρες, επίσημα ή ανεπίσημα έχει εξίσου καταρρεύσει.
Η διαλεκτική των ιδεών και των θεσμών είναι ειρωνική και ποτέ δεν πρέπει να διαβάζεται γραμμικά. Γραμμική ιστορία μεταξύ ιδεών, γεγονότων και επιθυμιών δεν υπάρχει. Πολλοί θεωρούν ότι η ΕΣΣΔ ήταν αποτυχημένη καθώς κανείς δεν πίστεψε ποτέ ολόκαρδα στον σοσιαλισμό του Κόμματος, στην αλληλεγγύη της Κομσομόλ ή στο μέλλον του διαστημικού προγράμματος. Αυτή η σωστή παραδοχή παραβλέπει ότι οι σοβιετικοί πολίτες όντως πιστέψαν στην αλληλεγύη, στον σοσιαλισμό, στην ισότητα, στο λαμπρό μέλλον. Αυτό που διαψεύστηκε ήταν η ικανότητα του σοβιετικού κράτους να τα φέρει αυτά σε πέρας μετά το ’80. Σοβετικό σήμαινε να αγαπάς το μέλλον, και αυτό μπορεί πρακτικά να σήμαινε να μισείς την ΕΣΣΔ του ’70 και του ’80. (δεν ήταν οι απεργοί του Νοβοτσερκάσκ που χτυπήθηκαν από το σοβιετικό καθεστώς, διακηρυγμένα πιο σοβιετικοί από την ίδια την ηγεσία τους;) Ήταν όμως αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι και αυτά τα ίδια ιδανικά που βρέθηκαν επίσης απέναντι στον γελτσινισμό και τον τερατώδη αδερφό του, τον πουτινισμό. Είναι οι ίδιοι που σήμερα χαωμένα, και σπασμωδικά θεωρούν τον παρόντα πόλεμο δεύτερο μεγάλο τραύμα μετά την κοινωνική διάλυση του ’90.
Το ίδιο ισχύει και για τις ΗΠΑ, όσο και αν δεν θέλει να το δει η -κυρίως- αντιμπεριαλιστική αριστερά. Είναι η βαθιά διαλετική της παράδοσης μιας γης της επαγγελίας οικουμενικών δικαιωμάτων και ισότητας που τροφοδοτεί την αντίσταστη στις κοινωνικές ανισότητες και τους φυλετικούς διαχωρισμούς στις ΗΠΑ, τα μεγαλύτερα αγκάθια της ιστορίας τους. Το να είσαι σοβιετικός, και το να είσαι αμερικανός, σήμαινε στη βάση του, και τηρουμένων των αναλογιών το ίδιο πράγμα: το όραμα για οικουμενική χειραφέτηση και ευτυχία δεν γνωρίζει συμβιβασμούς, και άμα λάχει δαγκώνει και το (κρατικό) χέρι που κάποτε το τάισε. Και δαγκώνει μάλιστα γερά.
Ο σημερινός πόλεμος δεν είναι συνέχεια της σοβιετικής κουλτούρας όπως διατυμπανίζουν οι επαγγελματίες αντισοβιετολόγοι. Είναι η απόλυτη ρήξη από το σοβιετικό παρελθόν. Είναι η δημιουργία μιας κατάστασης και ενός καθεστώτος μετα-αλήθειας, που όλα τα σύμβολα κυκλοφορούν χωρίς νόημα. Που τίποτα και για κανέναν λόγο δεν χρειάζεται να λογοδοτεί στο όραμα για αξιοπρέπεια, ισότητα και ελευθερία. Το πουτινικό κράτος, σε αντίθεση με το σοβιετικό, εκτός από ψίχουλα, είναι ένα κράτος που δεν δίνει τίποτα πίσω. Ούτε υλικά ούτε επιθυμητικά. Και γι’ αυτό δεν εμπνέει, γι’ αυτό κανένας δεν πήγε στην επιστράτευση.
Η φιέστα του Πούτιν στις 9 Μαη είναι μια γελοιοποίηση των τελευταίων υπολειμμάτων της σοβιετικής κουλτούρας στο βαθμό που τα σύμβολα της φέρουν ακόμα κάποιο ιστορικό σημαινόμενο. Όπως και ο ακατάσχετος καπιταλισμός, η δουλεία και ο φυλετικός διαχωρίσμός, η εξαγωγή πολέμων (για να φέρω μόνο μερικά παράδειγματα) ήταν και είναι η διαρκής γελοιοποίηση του αμερικανισμού.
Για όσες και όσους έχουν χάσει τους δικούς τους σε αυτό τον πόλεμο, για όσες έχασαν την όποια αίσθηση οικείου χώρου είχαν (αυτό που λέγεται ίσως πατρίδα), για όσες και όσους (μιλάω ίσως εδώ για μένα) που αυτός ο πόλεμος τους στερεί τον οικείο χώρο που βρήκαν στην πορεία της ζωής τους, αλλά δεν γεννήθηκαν σε αυτόν, όλες και όλοι αυτοί πρέπει να θυμούνται πως η παράδοση της 9 Μάη είναι αυτή: η βασική νεωτερική ιδέα, της ευτυχίας, της κοινωνικής χειραφέτησης και του πειραματισμού με κοινωνικά μοντέλα προς αυτή τη κατευθυνση, συνεχίζει να υποσκάπτει τα θεμέλια των κρατών, και κυρίως αυτών των κρατών που παρουσιάζονται ως θιασώτες τους.
Το αμερικανικό κράτος, το ρωσικό, το ουκρανικό, τα ευρωπαϊκά, αργά ή γρήγορα θα βρουν και βρίσκουν διαρκώς μπροστά τους ανθρώπους που κομματιάζουν την παράδοση για να μιλήσουν για ένα μέλλον που τους το αρνούνται.
Σοβετικός σήμαινε και σημαίνει να αγαπάς το μέλλον και όχι το παρελθόν. Και η ΕΣΣΔ είναι παρελθόν. Υπό αυτή την έννοια ο σοβιετικός άνθρωπος υπήρχε πολύ πριν την ΕΣΣΔ, έζησε σε αυτή, την έχτισε, και την εγκατέληψε ύστερα, και αντιστάθηκε όμως και σε ό,τι ήρθε μετά. Ο Πούτιν είναι ένας ανακυκλωτής του παρελθόντος. Σοβιετικός σήμαινε και σημαίνει να μη χαίρεσαι με τη σημερινή παρέλαση. Να λυπάσαι για τη γλυκιά και μειλίχια αναμονή και προσμονή του μετασοβιετικού ανθρώπου που τώρα με τον πόλεμο, πιεσμένη από το κατεπείγον των γεγονότων χάνεται. Έτσι υπάρχουν χιλιάδες, ίσως εκατομμύρια σοβιετικοί σκόρπιοι σε όλο τον κόσμο που ανανεώνουν και διασώζουν ταυτόχρονα το νόημα του όρου.
Ο Τσέχωφ περιέγραψε τον σοβιετικό πριν ονομαστεί έτσι: «κάποτε θα ξεχαστούμε και εμείς για πάντα, τα ονόματά μας, πόσες και ποιές είμαστε, όμως τα βάσανά μας θα γίνουν χαρά για όσους θα έρθουν και οι άνθρωποι θα μας ευλογούν».
Η νίκη ήταν αυτό: το ιστορικό θάρρος να σηκώνεις το ανάστημα σου ενάντια στην απροκάλυπτη και θρασύτατη εξαθλίωση. Ήταν δέκα αμερικανοί εβραίοι στρατιώτες που προσεύχονται μπροστά από τη σβάστικα της Νυρεμβέργης πριν την ανατινάξουν και περάσει στη λήθη για πάντα.